Thν Πέμπτη 20 Μαρτίου ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ κατέθεσε στην Α΄ ΔΟΥ Θεσσαλονίκης αίτηση ακύρωσης των οριστικών φύλλων ελέγχου που οδήγησαν το 2012 στην επιβολή των εξοντωτικών προστίμων εις βάρος του. Επειδή πάγια τακτική μας είναι η πλήρης διαφάνεια και ενημέρωση της κοινής γνώμης, παραθέτουμε παρακάτω ολόκληρη την αίτηση ακύρωσης για να βγάλει ο καθένας και η καθεμιά τα συμπεράσματά της:
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ.Ο.Υ. Α’ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ
(άρθρο 75, Ν. 2238/1994)
Της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας με την επωνυμία «ΟΔΥΣΣΕΑΣ» και Α.Φ.Μ. 099250898, η οποία εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (οδός Αισώπου, αριθμός 24), όπως νόμιμα εκπροσωπείται
ΚΑΤΑ
Του συνόλου των οριστικών φύλλων ελέγχου που εκδόθηκαν δυνάμει της υπ αριθμ 207/28.2.2012 εντολής ελέγχου και συγκεκριμένα
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης γενικού ελέγχου επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 476-483/27.7.2012 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης τακτικού ελέγχου για φορολογία εισοδήματος επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 121-125/12 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΦΕ
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης τακτικού ελέγχου ΦΠΑ επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 879- 887/12 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΦΠΑ και οι υπ αριθμ 227-236/12 οριστικές πράξεις προσδιορισμού ΦΠΑ
Κοινοποιούμενη προς
Γραφείο κ Πρωθυπουργού
Γραφείο κ Υπουργού Οικονομικών
Γραφείο κ Υπουργού Παιδείας
Κοινοβουλευτικών εκπροσώπων
Νέας Δημοκρατίας
ΣΥΡΙΖΑ
ΠΑΣΟΚ
ΑΝΕΛ
ΚΚΕ
ΔΗΜΑΡ
Θεσσαλονίκη, 19.3.2014
Με τα ως άνω οριστικά φύλλα ελέγχου που εκδόθηκαν από την από την Α’ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης δυνάμει της υπ αριθμ 207/ 28.2.2012 εντολής ελέγχου και κατέστησαν οριστικό, επιβλήθηκε στην εταιρία μας συνολικό πρόστιμο με τις προσαυξήσεις 77729,90 ευρώ σχετικά με τις παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που της καταλογίστηκαν για τις χρήσεις των ετών 2002 έως 2009. Τα ως άνω φύλλα ελέγχου προσβάλλουμε με την παρούσα ως μη νόμιμα, βάσιμα και αληθινα με βάση τα κατωτέρω εκτεθέντα:
Η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «ΟΔΥΣΣΕΑΣ» συστάθηκε με το από 24-7-2000 ιδιωτικό συμφωνητικό που δημοσιεύθηκε στο Βιβλίο Εταιριών του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης με αύξοντα αριθμό 2095/2-8-2000. Οι σκοποί του ΟΔΥΣΣΕΑ, όπως περιγράφονται στο καταστατικό του είναι: α) η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, β) η δυνατότητα επικοινωνίας και κατανόησης μέσω της νέας ελληνικής γλώσσας και του νεοελληνικού πολιτισμού, γ) η έρευνα, ο εντοπισμός, η καταγραφή και ανάλυση θεμάτων που σχετίζονται με τη δημιουργική ένταξη των προσφύγων, των μεταναστών και των ομογενών στην ελληνική κοινωνία, δ) η παρακολούθηση των διεθνών, ευρωπαϊκών και βαλκανικών εξελίξεων και εμπειριών, η προώθηση της τεκμηρίωσης των σχετικών ζητημάτων ε) ο προσανατολισμός και σχεδιασμός προγραμμάτων νεοελληνικού αλφαβητισμού.
Στο πλαίσιο των καταστατικών του σκοπών και προς επίτευξή τους, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ προσφέρει χωρίς αντίτιμο μαθήματα νεοελληνικής γλώσσας σε μετανάστες και πρόσφυγες. Οι διδάσκοντες είναι ως επί το πλείστον εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μέλη ή φίλοι του ΟΔΥΣΣΕΑ, που όλοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εθελοντικά. Παράλληλα, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ πραγματοποιεί εκδηλώσεις και εκδρομές ψυχαγωγικού χαρακτήρα. Τέλος, στον ΟΔΥΣΣΕΑ έχει κατά καιρούς λειτουργήσει θεατρική ομάδα, στην οποία συμμετέχουν ως επί το πλείστον μετανάστες και πρόσφυγες, η οποία έχει δώσει παραστάσεις στην ελληνική γλώσσα. Στις παραστάσεις αυτές η είσοδος είναι πάντοτε ελεύθερη.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια η λειτουργία του ΟΔΥΣΣΕΑ στηρίχθηκε στο μεράκι και την ανιδιοτελή προσφορά των μελών του και των εθελοντών που υποστηρίζουν τη δράση του. Ακριβώς επειδή ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ είχε και έχει απολύτως μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, και επειδή για την υλοποίηση όλων των δράσεών του είναι απαραίτητη η συμμετοχή όχι μόνο των μελών του, αλλά και πλήθους φίλων και υποστηρικτών του, είναι πρακτικά αδύνατο να ανατεθεί η τήρηση φορολογικών βιβλίων και στοιχείων του ΟΔΥΣΣΕΑ σε ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο και να έχει γι’ αυτά την αποκλειστική ευθύνη. Ο εθελοντικός και συλλογικός χαρακτήρας των δράσεων του ΟΔΥΣΣΕΑ δημιούργησε ήδη από την αρχή της λειτουργίας του, πρακτικές δυσκολίες στην επιμελή συγκέντρωση, αρχειοθέτηση και καταχώριση αποδείξεων, τιμολογίων και λοιπών παραστατικών. Τις δυσκολίες αυτές επιτείνει η άγνοια της φορολογικής νομοθεσίας εκ μέρους των εθελοντών του ΟΔΥΣΣΕΑ, που ως επί το πλείστον εργάζονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν είναι καθόλου εξοικειωμένοι με την αυστηρότητα και την τυπικότητα των φορολογικών διατάξεων που καλούνται να εφαρμόσουν.
Ειδικότερα, ως προς το νομικό πλαίσιο που διέπει την ίδρυση, τη λειτουργία και τη φορολόγηση των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών, καθώς και ως προς τις επί μέρους παραβάσεις που καταλογίστηκαν στον ΟΔΥΣΣΕΑ κατά το φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε από την υπηρεσία σας, θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής:
Για τη σύσταση και λειτουργία των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών εφαρμόζονται συνδυαστικά οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τα νομικά πρόσωπα (άρθρα 61 επ.) και για τις εταιρίες (άρθρα 741 επ.). Στο άρθρο 741 Α.Κ. ορίζεται: «Με τη σύμβαση της εταιρίας δύο ή περισσότεροι έχουν αμοιβαίως υποχρέωση να επιδιώκουν με κοινές εισφορές κοινό σκοπό και ιδίως οικονομικό». Περαιτέρω, στο άρθρο 784 Α.Κ. ορίζεται: «Η εταιρία του κεφαλαίου αυτού, αν επιδιώκει οικονομικό σκοπό αποκτά νομική προσωπικότητα, εφόσον τηρηθούν οι όροι της δημοσιότητας που ο νόμος τάσσει για το σκοπό αυτό στις ομόρρυθμες εμπορικές εταιρίες. Η προσωπικότητα αυτής της αστικής εταιρίας εξακολουθεί να υπάρχει ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση και για τις ανάγκες της εκκαθάρισης». Σύμφωνα δε με το άρθρο 63 Α.Κ. η συστατική πράξη, δηλαδή το καταστατικό της αστικής εταιρίας, συντάσσεται εγγράφως και δημοσιεύεται στα βιβλία εταιριών του οικείου Πρωτοδικείου. Η κατά τα άνω δημοσίευση της εταιρικής σύμβασης προσδίδει στην αστική εταιρία νομική προσωπικότητα, η οποία εξακολουθεί να υπάρχει, ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση.
Ιδιαίτερη κατηγορία αστικών εταιριών αποτελούν οι αστικές εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Για να θεωρηθεί μία αστική εταιρία μη κερδοσκοπική, απαιτείται να μην έχει ως καταστατικό της σκοπό την απόκτηση κερδών, αλλά και να μην επιδιώκει πράγματι, δια της λειτουργίας της την απόκτηση κερδών. Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες λοιπόν, δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα. Ωστόσο, και οι εταιρίες αυτές αποκτούν πολλές φορές εισοδήματα από διάφορες πηγές (κυρίως από επιδοτήσεις, δωρεές, χορηγίες, τακτικές και έκτακτες εισφορές των μελών τους και σε ορισμένες περιπτώσεις, από δραστηριότητες που αναπτύσσουν κατά την επιδίωξη του σκοπού τους). Η αστική εταιρία διατηρεί το χαρακτήρα της, ως μη κερδοσκοπικής, ακόμη κι αν από τη δραστηριότητά της όχι μόνο καλύπτει τις δαπάνες της αλλά έχει και πλεόνασμα, εφόσον αυτό διατίθεται αποδεδειγμένως προς περαιτέρω ανάπτυξη της δραστηριότητάς της και προώθηση του σκοπού της (ΣτΕ 1569/69, 249/75, 3139/71, 3132/81 κ.α.). Γενικώς, η (ενδεχόμενη) οικονομική δράση αστικής εταιρίας στο πλαίσιο του καταστατικού της, εφόσον βεβαίως δεν άγει σε κερδοσκοπία, δε δύναται να θεωρηθεί ότι κλονίζει την αποκλειστικότητα του σκοπού που επιδιώκεται από αυτή. (παρβλ. ΣτΕ 3139-3141/1971, Λ. Ν.Σ.Κ. 196/74, 241/76).
Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες ουδέποτε πραγματοποιούν διανομή ωφελημάτων στα μέλη τους, τα οποία, άλλωστε δεν ευθύνονται με την προσωπική τους περιουσία για τυχόν χρέη της εταιρίας. Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες λειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετείται ο κοινωφελής σκοπός για τον οποίο έχουν ιδρυθεί και η ωφέλεια από τη δραστηριότητά τους δεν αφορά αποκλειστικά τα μέλη τους, αλλά μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες. Υπ’ αυτά τα δεδομένα η λειτουργία των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών ομάδες διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από τη λειτουργία μιας εμπορικής επιχείρησης.
Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες υπόκεινται μεν σε φόρo εισοδήματος, όμως, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 4 και 30 παρ. 1 του Ν. 2238/1994, φορολογητέο θεωρείται μόνο το εισόδημά τους που προέρχεται από καθαρά εμπορικές δραστηριότητες ή από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος. Ειδικότερα, στο άρθρο 99 του Ν. 2238/1992, μεταξύ άλλων, προβλέπεται: «1. Αντικείμενο του φόρου είναι: α) (…). ε) Σε ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή μόνο από την εκμίσθωση ακινήτων καθώς και από κινητές αξίες. Δεν αποτελούν αντικείμενο φορολογίας τα λοιπά εισοδήματα αυτών των νομικών προσώπων, καθώς και τα κάθε είδους άλλα έσοδά τους που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους.» Κατά την έννοια των παραπάνω φορολογικών διατάξεων, αντικείμενο του φόρου εισοδήματος των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών αποτελεί το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, από την εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες, ακόμη κι αν τα εισοδήματα αυτά αποκτήθηκαν κατά την επιδίωξη των καταστατικών σκοπών της εταιρίας (ΣτΕ 1569/1969, 249/1975 κλπ). Όμως τυγχάνουν φοροαπαλλαγής τα λοιπά εν γένει έσοδα που αποκτούν οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες κατά την επιδίωξη του σκοπού τους. Ο νομοθέτης προβλέπει την απαλλαγή των παραπάνω εσόδων από τη φορολόγηση ακριβώς για να ενισχύσει το μη κερδοσκοπικό σκοπό αυτών των αστικών εταιριών, ενώ σε όσες περιπτώσεις θέλησε την επιβολή φόρου ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου σκοπού, το προέβλεψε ρητά (εν προκειμένω, με τη θέσπιση της διάταξης του πρώτου εδαφίου της περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 99 του Ν. 2238/1994).
Τέλος, οι συνδρομές και εγγραφές των μελών, καθώς τυχόν χορηγίες ή δωρεές προς τις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες δεν αποτελούν φορολογητέο εισόδημά τους. Αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, δε διαθέτουν τα εννοιολογικά γνωρίσματα του εισοδήματος, και κατ’ επέκταση, δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων, για να φορολογηθούν. (Έτσι, η ΥΠΟΙΚ 013044/222/A0012/ΠΟΛ. 1031/7.2.2001 με τίτλο «Φορολογική μεταχείριση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που συστήθηκε με τα άρθρα 741 έως 784 Α.Κ»).
Βεβαίως, ο Κ.Β.Σ. (ΠΔ 186/1992) προβλέπει την τήρηση από τις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες βιβλίων και στοιχείων. Συγκεκριμένα, το άρθρο 1 του Κ.Β.Σ. ορίζει: «Με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ορίζονται οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των επιτηδευματιών, σχετικά με την τήρηση των βιβλίων και την έκδοση των στοιχείων, για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων». Περαιτέρω, το άρθρο 2 παρ. 1 του Κ.Β.Σ., μεταξύ άλλων, προβλέπει: «1. Κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα, που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση». Όμως, στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου διευκρινίζεται: «Το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτόν. Τα πρόσωπα αυτά, εκτός από το Δημόσιο, όταν ενεργούν πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που υπάγονται στο φόρo προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) ή στο φόρο εισοδήματος θεωρούνται επιτηδευματίες μόνο για τις δραστηριότητες αυτές και έχουν τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1 του όρθρου αυτού."
Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων που μόλις προαναφέρθηκαν, οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες χαρακτηρίζονται ως επιτηδευματίες και έχουν όλες τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.. Όμως, τηρούν βιβλία μόνο για τις πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που υπάγονται σε ΦΠA ή για τα έσοδά τους που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος. Για το τμήμα αυτό θεωρούνται επιτηδευματίες και έχουν όλες τις υποχρεώσεις του KBΣ. Αλλά και αντιστρόφως, δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων ούτε για τα έσοδά τους που δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος, ούτε για τις πράξεις τους που δεν υπάγονται σε ΦΠA. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει υποχρέωση έκδοσης στοιχείων του ΚΒΣ για τις εισπράξεις συνδρομών από τα μέλη των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών. Για τις συνδρομές αυτές εκδίδονται απλές αθεώρητες αποδείξεις είσπραξης.
Υπαγωγή της υπό κρίση περίπτωσης στις παραπάνω διατάξεις
Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ, ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρία απέκτησε νομική προσωπικότητα από τη δημοσίευση του καταστατικού του στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης που έλαβε χώρα στις 2 Αυγούστου του 2000. Από τους όρους του καταστατικού του, προκύπτουν επαρκή στοιχεία για το χαρακτηρισμό της δράσης του ως μη κερδοσκοπικής. Άλλωστε ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ουδέποτε παρέκλινε από το σκοπό του, όπως προκύπτει και από τη φύση των εσόδων και εξόδων που έχουν καταχωριστεί στα βιβλία που τηρεί, αλλά και από τη φύση των εσόδων και εξόδων που, όπως προέκυψε από το φορολογικό έλεγχο, δεν καταχωρίστηκαν στα βιβλία αυτά ή δεν συμπεριελήφθησαν στις συγκεντρωτικές καταστάσεις.
Τα έσοδα που δεν καταχωρίστηκαν στο βιβλίο εσόδων – εξόδων και δεν περιελήφθησαν στις συγκεντρωτικές καταστάσεις ήταν έσοδα προερχόμενα συνδρομές, τακτικές και έκτακτες εισφορές των μελών του, καθώς και από δωρεές προερχόμενες από τους φίλους και υποστηρικτές της δράσης του. Ήταν δηλαδή οικονομικές ενισχύσεις προβλεπόμενες από το καταστατικό της εταιρίας, οι οποίες αποτελούσαν τους αναγκαίους πόρους για την επιδίωξη και ευόδωση των σκοπών του ΟΔΥΣΣΕΑ. Αυτές οι οικονομικές ενισχύσεις είναι εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων και συνεπώς δεν αποτελούν φορολογητέο εισόδημα. Επομένως, ως προς τις εισροές αυτές δεν υπήρχε υποχρέωση καταχώρισής τους στο βιβλίο εσόδων-εξόδων της εταιρίας.
Ο αμιγώς μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας του ΟΔΥΣΣΕΑ καθώς και η πλήρως εθελοντική δράση του αλλά και το μεγάλο εύρος αυτής χρονικά, αριθμητικά και ποιοτικά αποδεικνύονται περίτρανα από πάμπολλες υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων, από τα συνεχή δημοσιεύματα στον τοπικό, αθηναϊκό αλλά και διεθνή τύπο και από το ότι η πορεία του ΟΔΥΣΣΕΑ και οι επιδράσεις της στην τοπική κοινωνία, στις κοινότητες μεταναστών αλλά και ευρύτερα στην εκπαιδευτική κοινότητα αποτέλεσαν αντικείμενο εργασιών προπτυχιακού και μεταπτυχιακού επιπέδου και έγκυρων επιστημονικών συγγραμμάτων, τα οποία διδάσκονται ως ύλη στο Παιδαγωγικό Τμήμα του ΑΠΘ. Κατάλογος των ως άνω εγγράφων παρατίθεται στο τέλος της παρούσας και αντίγραφα τους προσκομίζονται συνημμένα αποτελώντας αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας.
Δυστυχώς τίποτα από τα ως άνω δεν λήφθηκε ουσιαστικά υπ όψιν από την ελέγκτρια αρχή, η οποία επέβαλε τα εξοντωτικά πρόστιμα, όπως αυτά καταγράφηκαν στο προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, θεωρώντας δεδομένο τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα της εταιρίας και αντιμετωπίζοντας την ουσιαστικά ως κοινή εμπορική εταιρία με καθαρή κερδοσκοπική δραστηριότητα. Σημειωτέον ότι κατά την κλήση σε ακρόαση των νομίμων εκπροσώπων της εταιρίας δεν ζητήθηκε ποτέ κανένα στοιχείο αποδεικτικό του είδους και του χαρακτήρα της δράσης της, ούτε καν διενεργήθηκε η συνήθως προβλεπόμενη αυτοψία στο χώρο που αυτή δραστηριοποιείται ώστε να δημιουργηθεί ιδία αντίληψη της ελέγκτριας αρχής περί της φύσης της εταιρίας και του χαρακτήρα της δραστηριότητας της.
Αποτέλεσμα να επιβληθούν, όπως εμφαίνεται από το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, εξοντωτικά πρόστιμα, δυσθεώρητου ύψους, η επιβολή των οποίων δεν συνάδει, όπως προαναφέρθηκε, με τον τύπο αλλά και την ουσία της δραστηριότητας της εταιρίας και έτσι να καθίσταται σχεδόν αδύνατη η συνέχιση λειτουργίας του ΟΔΥΣΣΕΑ και να ακυρώνεται η συνέχιση της απαραίτητης και ανιδιοτελούς προσφοράς του στους μετανάστες συμπολίτες μας αλλά και να αμαυρώνεται και να δυσφημείται η μέχρι σήμερα δράση και πορεία του.
Διότι και σε κάθε περίπτωση καθίσταται προφανές στον οποιοδήποτε αντικειμενικό και σώφρονα παρατηρητή ότι οι όποιες πλημμέλειες κατά την τήρηση των βιβλίων και στοιχείων Κ.Β.Σ. από τον ΟΔΥΣΣΕΑ δεν έγιναν με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης και κατ’ επέκταση, τη φοροδιαφυγή. Έγιναν προφανώς από άγνοια της φορολογικής νομοθεσίας ή από κακή συνεννόηση μεταξύ των μελών ως προς τη συγκέντρωση των παραστατικών, ούτως ώστε να καταχωριστούν στη συνέχεια στα βιβλία από το λογιστή της εταιρίας. Άλλωστε από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο φορολογικός έλεγχος προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι κανείς, ούτε μέλος ούτε φίλος της εταιρίας επωφελήθηκε ποτέ από οικονομική άποψη από τη λειτουργία και τις δραστηριότητες του ΟΔΥΣΣΕΑ και τα υποτιθέμενα έσοδα του ή ήταν αμελητέα ή ελλειμματικά.
Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας
Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι με την έκδοση των προσβαλλομένων φύλλων ελέγχου δεν έγινε σεβαστή η συνταγματικώς ορισμένη αρχή της αναλογικότητας.
Η αναλογικότητα, ως γενική αρχή του δικαίου, διέπει την όλη δημόσια δράση και δεσμεύει το νομοθέτη, το δικαστή και τη διοίκηση. Ο νόμος, η διοικητική πράξη, η δικαστική απόφαση, όλα τα μέσα άσκησης της κρατικής εξουσίας, πρέπει σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας να πληρούν τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
α) να είναι κατάλληλα, ήτοι πρόσφορα για την πραγμάτωση του σκοπού που επιδίωξε ο νομοθέτης με τη θέσπιση της επίμαχης διάταξης,
β) να είναι τα απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να προκαλούν τον ελάχιστο δυνατό περιορισμό των δικαιωμάτων του θιγόμενου ιδιώτη και τέλος,
γ) να μην υπερακοντίζουν το σκοπό που επιδιώκεται με αυτά, άλλως, «η εξ αυτών αναμενόμενη ωφέλεια να μην υπολείπεται της επερχόμενης εξ αυτών βλάβης» (πρόκειται για τη λεγόμενη strictο sensu αναλογικότητα, για την οποία βλ. και ΑΠ 43-45/2005, Ολ, ΕλλΔνη 2005, 1649).
Όπως παγίως δέχονται το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα διοικητικά δικαστήρια, ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για συγκεκριμένη παράβαση, αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όταν, από το είδος ή τη φύση του, είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκει ο νομοθέτης ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον σκοπό αυτό (ενδεικτικά, Ολ ΣτΕ 900/2004).
Επιπλέον, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, τα μέτρα που επιλέγονται για την επίτευξη των σκοπών μιας ρύθμισης πρέπει να είναι πρόσφορα και αναγκαία, κάθε φορά δε που υφίσταται δυνατότητα επιλογής μεταξύ περισσότερων καταλλήλων μέτρων, πρέπει να επιλέγεται το λιγότερο επαχθές, ενώ οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου δεν πρέπει να είναι δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, στην υπόθεση Λουλουδάκης κατά Ελλάδας (C-262/1999, απόφαση της 12 Ιουλίου 2001), το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δέχτηκε ότι «είναι αρμοδιότητα του εθνικού δικαστή να εκτιμήσει αν, λαμβανομένων υπόψη των επιταγών της καταστολής και της πρόληψης, καθώς και του ποσού των επίδικων φόρων και του επιπέδου των πραγματικά επιβληθεισών κυρώσεων, αυτές δεν είναι τόσο δυσανάλογες σε σχέση με τη σοβαρότητα της παράβασης που να δημιουργούν εμπόδια στην άσκηση των ελευθεριών που παρέχει η συνθήκη».
Με την επιβολή εξοντωτικών προστίμων που επιβάλλονται αδιακρίτως, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψη η ιδιαιτερότητα κάθε περίπτωσης και η βαρύτητα κάθε παραβατικής συμπεριφοράς, καταφανώς παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν τα πρόστιμα αυτά που επιβάλλονται από διοικητικό όργανο χωρίς τις εγγυήσεις της δικαστικής κρίσης, είναι τόσο δυσβάσταχτα ώστε να υπερακοντίζουν σε βαρύτητα ακόμα και τις κυρώσεις που θα συνεπαγόταν μια ενδεχόμενη ποινική καταδίκη, έτσι ώστε να ανακύπτει πλέον ευθέως θέμα ελλείμματος νομικής προστασίας - δικαστικής συνδρομής εκείνων που υφίστανται τον υπέρμετρο διοικητικό κολασμό.
Όσον αφορά την επιβολή προστίμων του Κ.Β.Σ., ο νομοθέτης θέσπισε πρόστιμα για παραβάσεις του Κ.Β.Σ., διότι μέσω της τήρησης των προβλεπόμενων από τον Κ.Β.Σ. στοιχείων και βιβλίων καθίσταται δυνατός ο φορολογικός έλεγχος, συλλαμβάνεται η φορολογητέα ύλη και προλαμβάνεται η φοροδιαφυγή. Όμως, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ούτε εμπορική δραστηριότητα ασκεί, ούτε κέρδη αποκτά, για να επιδιώξει να αποκρύψει φορολογητέα ύλη και με τον τρόπο αυτό να φοροδιαφύγει. Ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας της δράσης του ΟΔΥΣΣΕΑ δεν προκύπτει μόνο από το καταστατικό του αλλά και από το σύνολο της δραστηριότητας που έχει μέχρι σήμερα αναπτύξει, μιας δραστηριότητας που αποτυπώνεται ευκρινώς και σε όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα στα οποία αναφερόμαστε και επικαλούμαστε παραστατικά και λοιπά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο φορολογικός έλεγχος. Υπ’ αυτά τα δεδομένα, η επιβολή στον ΟΔΥΣΣΕΑ των υπέρογκων προστίμων που θα επιβάλλονταν για τις ίδιες παραβάσεις σε μία εμπορική επιχείρηση, συνιστά κατάφωρη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η επιβολή των προστίμων αυτών με κανένα τρόπο δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς που επιδίωξε ο νομοθέτης με τη θέσπιση των προστίμων, δε συντείνει δηλαδή ούτε κατ’ ελάχιστο στην αποτροπή και πάταξη της φοροδιαφυγής.
Σύμφωνα με όλα όσα προαναφέρθηκαν, δια της παρούσης αιτήσεως ακυρότητας,
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ
Να αναγνωριστεί ότι στην υπό κρίση περίπτωση δε στοιχειοθετούνται οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ., του ΦΠΑ και της ΦΕ και άρα υπήρξε πλήρης έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης.
Να ακυρωθούν ολοσχερώς τα προσβαλλόμενα φύλλα ελέγχου λόγω έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης.
Για την αιτούσα αστική μη κερδοσκοπική εταιρία
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. και νόμιμος εκπρόσωπος
Συνημμένα
-Αναλυτική παρουσίαση δράσεων ΟΔΥΣΣΕΑ και αναδρομή έργου του από την ουσιαστική σύσταση του εως και το έτος 2010
-Ιδιωτικό συμφωνητικό παραχώρησης χρήσης ορόφου
- Διπλωματικές μεταπτυχιακές εργασίες, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ
1. Η σημασία των άτυπων μορφών διδασκαλίας για μετανάστες Η Περίπτωση του ΟΔΥΣΣΕΑ, Αλέκα Κρασοπούλου, Θεσσαλονίκη 2005
2. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στο σχολείο μεταναστών ΟΔΥΣΣΕΑΣ με βάση την παιδαγωγική προσέγγιση του Ira Shor, Γλυκερία Φίστα, Θεσσαλονίκη 2008
3.Στοιχεία ενός νέου αναλυτικού προγράμματος για την περίπτωση του ΟΔΥΣΣΕΑ, Ντάκο Μιμόζα, Τσούμας Δημήτρης, Θεσσαλονίκη 2009
- Γρόλλιος, Καρανταίδου, Κορομπόκης, Κοτίνης, Λιάμπας, Γραμματισμός και Συνειδητοποίηση, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003
- Γαζάκης, Φίστα ,«Διδάσκοντας στον ΟΔΥΣΣΕΑ» στο συλλογικό έργο Συμβιώνοντας με τη μετανάστευση, Ιανός
-Φίστα, «Διδασκαλία Ελληνικής γλώσσας σε μετανάστες μαθητές», Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου Σταυροδρόμι Γλωσσών και Πολιτισμών Μαθαίνοντας εκτός σχολείου
-Λιάμπας, «Η Συνεργασία του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ με το σχολείο ΟΔΥΣΣΕΑΣ». Πανεπιστημιούπολη, Νοέμβριος 2009
- Φίστα, «Πρόταση διδασκαλίας ελληνικής γλώσσας σε ενήλικες μετανάστες», Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης, Καλοκαίρι 2009
-Προγράμματα Θεατρικής Ομάδας Μεταναστών ΟΔΥΣΣΕΑ
- Ενδεικτικά άρθρα και ρεπορτάζ
¨Το τέλος της Βαβέλ», Επιλογές, 2000
«Η πράξη όρθια σαν αλεξικέραυνο», Φιλολογική Βραδυνή, 2004
«Οδυσσέας Σχολείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης», Αγγελιοφόρος ,2005
Γιάννας Τιτόκη, «Οδυσσέας Σχολείο αποδοχής και αλληλεγγύης»
«Οδυσσέας Το πρώτο σχολείο για μετανάστες», Άλλη Θεσσαλονίκη, 2010
«Οδυσσέας Ένα ζωντανό, πολυεθνικό σχολείο», Εποχή
«Ο Οδυσσέας συνεχίζει το ταξίδι του», Δρόμος της Αριστεράς, 2012
«Ο Οδυσσέας συνεχίζει το ταξίδι του», Τύπος Θεσσαλονίκης, 2013
«Στο πλοίο του ΟΔΥΣΣΕΑ», Παράλλαξη, 2014
-Υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευτικών
-Υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευομένων
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ.Ο.Υ. Α’ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ
(άρθρο 75, Ν. 2238/1994)
Της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας με την επωνυμία «ΟΔΥΣΣΕΑΣ» και Α.Φ.Μ. 099250898, η οποία εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (οδός Αισώπου, αριθμός 24), όπως νόμιμα εκπροσωπείται
ΚΑΤΑ
Του συνόλου των οριστικών φύλλων ελέγχου που εκδόθηκαν δυνάμει της υπ αριθμ 207/28.2.2012 εντολής ελέγχου και συγκεκριμένα
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης γενικού ελέγχου επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 476-483/27.7.2012 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΚΒΣ
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης τακτικού ελέγχου για φορολογία εισοδήματος επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 121-125/12 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΦΕ
Της υπ αριθμ 20605/26.7.2012 έκθεσης τακτικού ελέγχου ΦΠΑ επι της οποίας εκδόθηκαν οι υπ αριθμ 879- 887/12 αποφάσεις επιβολής προστίμου ΦΠΑ και οι υπ αριθμ 227-236/12 οριστικές πράξεις προσδιορισμού ΦΠΑ
Κοινοποιούμενη προς
Γραφείο κ Πρωθυπουργού
Γραφείο κ Υπουργού Οικονομικών
Γραφείο κ Υπουργού Παιδείας
Κοινοβουλευτικών εκπροσώπων
Νέας Δημοκρατίας
ΣΥΡΙΖΑ
ΠΑΣΟΚ
ΑΝΕΛ
ΚΚΕ
ΔΗΜΑΡ
Θεσσαλονίκη, 19.3.2014
Με τα ως άνω οριστικά φύλλα ελέγχου που εκδόθηκαν από την από την Α’ Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης δυνάμει της υπ αριθμ 207/ 28.2.2012 εντολής ελέγχου και κατέστησαν οριστικό, επιβλήθηκε στην εταιρία μας συνολικό πρόστιμο με τις προσαυξήσεις 77729,90 ευρώ σχετικά με τις παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που της καταλογίστηκαν για τις χρήσεις των ετών 2002 έως 2009. Τα ως άνω φύλλα ελέγχου προσβάλλουμε με την παρούσα ως μη νόμιμα, βάσιμα και αληθινα με βάση τα κατωτέρω εκτεθέντα:
Η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «ΟΔΥΣΣΕΑΣ» συστάθηκε με το από 24-7-2000 ιδιωτικό συμφωνητικό που δημοσιεύθηκε στο Βιβλίο Εταιριών του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης με αύξοντα αριθμό 2095/2-8-2000. Οι σκοποί του ΟΔΥΣΣΕΑ, όπως περιγράφονται στο καταστατικό του είναι: α) η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, β) η δυνατότητα επικοινωνίας και κατανόησης μέσω της νέας ελληνικής γλώσσας και του νεοελληνικού πολιτισμού, γ) η έρευνα, ο εντοπισμός, η καταγραφή και ανάλυση θεμάτων που σχετίζονται με τη δημιουργική ένταξη των προσφύγων, των μεταναστών και των ομογενών στην ελληνική κοινωνία, δ) η παρακολούθηση των διεθνών, ευρωπαϊκών και βαλκανικών εξελίξεων και εμπειριών, η προώθηση της τεκμηρίωσης των σχετικών ζητημάτων ε) ο προσανατολισμός και σχεδιασμός προγραμμάτων νεοελληνικού αλφαβητισμού.
Στο πλαίσιο των καταστατικών του σκοπών και προς επίτευξή τους, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ προσφέρει χωρίς αντίτιμο μαθήματα νεοελληνικής γλώσσας σε μετανάστες και πρόσφυγες. Οι διδάσκοντες είναι ως επί το πλείστον εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μέλη ή φίλοι του ΟΔΥΣΣΕΑ, που όλοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εθελοντικά. Παράλληλα, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ πραγματοποιεί εκδηλώσεις και εκδρομές ψυχαγωγικού χαρακτήρα. Τέλος, στον ΟΔΥΣΣΕΑ έχει κατά καιρούς λειτουργήσει θεατρική ομάδα, στην οποία συμμετέχουν ως επί το πλείστον μετανάστες και πρόσφυγες, η οποία έχει δώσει παραστάσεις στην ελληνική γλώσσα. Στις παραστάσεις αυτές η είσοδος είναι πάντοτε ελεύθερη.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια η λειτουργία του ΟΔΥΣΣΕΑ στηρίχθηκε στο μεράκι και την ανιδιοτελή προσφορά των μελών του και των εθελοντών που υποστηρίζουν τη δράση του. Ακριβώς επειδή ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ είχε και έχει απολύτως μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, και επειδή για την υλοποίηση όλων των δράσεών του είναι απαραίτητη η συμμετοχή όχι μόνο των μελών του, αλλά και πλήθους φίλων και υποστηρικτών του, είναι πρακτικά αδύνατο να ανατεθεί η τήρηση φορολογικών βιβλίων και στοιχείων του ΟΔΥΣΣΕΑ σε ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο και να έχει γι’ αυτά την αποκλειστική ευθύνη. Ο εθελοντικός και συλλογικός χαρακτήρας των δράσεων του ΟΔΥΣΣΕΑ δημιούργησε ήδη από την αρχή της λειτουργίας του, πρακτικές δυσκολίες στην επιμελή συγκέντρωση, αρχειοθέτηση και καταχώριση αποδείξεων, τιμολογίων και λοιπών παραστατικών. Τις δυσκολίες αυτές επιτείνει η άγνοια της φορολογικής νομοθεσίας εκ μέρους των εθελοντών του ΟΔΥΣΣΕΑ, που ως επί το πλείστον εργάζονται στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν είναι καθόλου εξοικειωμένοι με την αυστηρότητα και την τυπικότητα των φορολογικών διατάξεων που καλούνται να εφαρμόσουν.
Ειδικότερα, ως προς το νομικό πλαίσιο που διέπει την ίδρυση, τη λειτουργία και τη φορολόγηση των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών, καθώς και ως προς τις επί μέρους παραβάσεις που καταλογίστηκαν στον ΟΔΥΣΣΕΑ κατά το φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε από την υπηρεσία σας, θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής:
Για τη σύσταση και λειτουργία των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών εφαρμόζονται συνδυαστικά οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τα νομικά πρόσωπα (άρθρα 61 επ.) και για τις εταιρίες (άρθρα 741 επ.). Στο άρθρο 741 Α.Κ. ορίζεται: «Με τη σύμβαση της εταιρίας δύο ή περισσότεροι έχουν αμοιβαίως υποχρέωση να επιδιώκουν με κοινές εισφορές κοινό σκοπό και ιδίως οικονομικό». Περαιτέρω, στο άρθρο 784 Α.Κ. ορίζεται: «Η εταιρία του κεφαλαίου αυτού, αν επιδιώκει οικονομικό σκοπό αποκτά νομική προσωπικότητα, εφόσον τηρηθούν οι όροι της δημοσιότητας που ο νόμος τάσσει για το σκοπό αυτό στις ομόρρυθμες εμπορικές εταιρίες. Η προσωπικότητα αυτής της αστικής εταιρίας εξακολουθεί να υπάρχει ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση και για τις ανάγκες της εκκαθάρισης». Σύμφωνα δε με το άρθρο 63 Α.Κ. η συστατική πράξη, δηλαδή το καταστατικό της αστικής εταιρίας, συντάσσεται εγγράφως και δημοσιεύεται στα βιβλία εταιριών του οικείου Πρωτοδικείου. Η κατά τα άνω δημοσίευση της εταιρικής σύμβασης προσδίδει στην αστική εταιρία νομική προσωπικότητα, η οποία εξακολουθεί να υπάρχει, ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση.
Ιδιαίτερη κατηγορία αστικών εταιριών αποτελούν οι αστικές εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Για να θεωρηθεί μία αστική εταιρία μη κερδοσκοπική, απαιτείται να μην έχει ως καταστατικό της σκοπό την απόκτηση κερδών, αλλά και να μην επιδιώκει πράγματι, δια της λειτουργίας της την απόκτηση κερδών. Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες λοιπόν, δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα. Ωστόσο, και οι εταιρίες αυτές αποκτούν πολλές φορές εισοδήματα από διάφορες πηγές (κυρίως από επιδοτήσεις, δωρεές, χορηγίες, τακτικές και έκτακτες εισφορές των μελών τους και σε ορισμένες περιπτώσεις, από δραστηριότητες που αναπτύσσουν κατά την επιδίωξη του σκοπού τους). Η αστική εταιρία διατηρεί το χαρακτήρα της, ως μη κερδοσκοπικής, ακόμη κι αν από τη δραστηριότητά της όχι μόνο καλύπτει τις δαπάνες της αλλά έχει και πλεόνασμα, εφόσον αυτό διατίθεται αποδεδειγμένως προς περαιτέρω ανάπτυξη της δραστηριότητάς της και προώθηση του σκοπού της (ΣτΕ 1569/69, 249/75, 3139/71, 3132/81 κ.α.). Γενικώς, η (ενδεχόμενη) οικονομική δράση αστικής εταιρίας στο πλαίσιο του καταστατικού της, εφόσον βεβαίως δεν άγει σε κερδοσκοπία, δε δύναται να θεωρηθεί ότι κλονίζει την αποκλειστικότητα του σκοπού που επιδιώκεται από αυτή. (παρβλ. ΣτΕ 3139-3141/1971, Λ. Ν.Σ.Κ. 196/74, 241/76).
Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες ουδέποτε πραγματοποιούν διανομή ωφελημάτων στα μέλη τους, τα οποία, άλλωστε δεν ευθύνονται με την προσωπική τους περιουσία για τυχόν χρέη της εταιρίας. Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες λειτουργούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετείται ο κοινωφελής σκοπός για τον οποίο έχουν ιδρυθεί και η ωφέλεια από τη δραστηριότητά τους δεν αφορά αποκλειστικά τα μέλη τους, αλλά μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες. Υπ’ αυτά τα δεδομένα η λειτουργία των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών ομάδες διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από τη λειτουργία μιας εμπορικής επιχείρησης.
Οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες υπόκεινται μεν σε φόρo εισοδήματος, όμως, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 4 και 30 παρ. 1 του Ν. 2238/1994, φορολογητέο θεωρείται μόνο το εισόδημά τους που προέρχεται από καθαρά εμπορικές δραστηριότητες ή από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος. Ειδικότερα, στο άρθρο 99 του Ν. 2238/1992, μεταξύ άλλων, προβλέπεται: «1. Αντικείμενο του φόρου είναι: α) (…). ε) Σε ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή μόνο από την εκμίσθωση ακινήτων καθώς και από κινητές αξίες. Δεν αποτελούν αντικείμενο φορολογίας τα λοιπά εισοδήματα αυτών των νομικών προσώπων, καθώς και τα κάθε είδους άλλα έσοδά τους που πραγματοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους.» Κατά την έννοια των παραπάνω φορολογικών διατάξεων, αντικείμενο του φόρου εισοδήματος των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών αποτελεί το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, από την εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες, ακόμη κι αν τα εισοδήματα αυτά αποκτήθηκαν κατά την επιδίωξη των καταστατικών σκοπών της εταιρίας (ΣτΕ 1569/1969, 249/1975 κλπ). Όμως τυγχάνουν φοροαπαλλαγής τα λοιπά εν γένει έσοδα που αποκτούν οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες κατά την επιδίωξη του σκοπού τους. Ο νομοθέτης προβλέπει την απαλλαγή των παραπάνω εσόδων από τη φορολόγηση ακριβώς για να ενισχύσει το μη κερδοσκοπικό σκοπό αυτών των αστικών εταιριών, ενώ σε όσες περιπτώσεις θέλησε την επιβολή φόρου ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου σκοπού, το προέβλεψε ρητά (εν προκειμένω, με τη θέσπιση της διάταξης του πρώτου εδαφίου της περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 99 του Ν. 2238/1994).
Τέλος, οι συνδρομές και εγγραφές των μελών, καθώς τυχόν χορηγίες ή δωρεές προς τις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες δεν αποτελούν φορολογητέο εισόδημά τους. Αποτελούν εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, δε διαθέτουν τα εννοιολογικά γνωρίσματα του εισοδήματος, και κατ’ επέκταση, δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων, για να φορολογηθούν. (Έτσι, η ΥΠΟΙΚ 013044/222/A0012/ΠΟΛ. 1031/7.2.2001 με τίτλο «Φορολογική μεταχείριση της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που συστήθηκε με τα άρθρα 741 έως 784 Α.Κ»).
Βεβαίως, ο Κ.Β.Σ. (ΠΔ 186/1992) προβλέπει την τήρηση από τις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες βιβλίων και στοιχείων. Συγκεκριμένα, το άρθρο 1 του Κ.Β.Σ. ορίζει: «Με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ορίζονται οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των επιτηδευματιών, σχετικά με την τήρηση των βιβλίων και την έκδοση των στοιχείων, για την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων». Περαιτέρω, το άρθρο 2 παρ. 1 του Κ.Β.Σ., μεταξύ άλλων, προβλέπει: «1. Κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα, που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση». Όμως, στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου διευκρινίζεται: «Το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτόν. Τα πρόσωπα αυτά, εκτός από το Δημόσιο, όταν ενεργούν πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που υπάγονται στο φόρo προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) ή στο φόρο εισοδήματος θεωρούνται επιτηδευματίες μόνο για τις δραστηριότητες αυτές και έχουν τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1 του όρθρου αυτού."
Όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων που μόλις προαναφέρθηκαν, οι αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες χαρακτηρίζονται ως επιτηδευματίες και έχουν όλες τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.. Όμως, τηρούν βιβλία μόνο για τις πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που υπάγονται σε ΦΠA ή για τα έσοδά τους που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος. Για το τμήμα αυτό θεωρούνται επιτηδευματίες και έχουν όλες τις υποχρεώσεις του KBΣ. Αλλά και αντιστρόφως, δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων ούτε για τα έσοδά τους που δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος, ούτε για τις πράξεις τους που δεν υπάγονται σε ΦΠA. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει υποχρέωση έκδοσης στοιχείων του ΚΒΣ για τις εισπράξεις συνδρομών από τα μέλη των αστικών μη κερδοσκοπικών εταιριών. Για τις συνδρομές αυτές εκδίδονται απλές αθεώρητες αποδείξεις είσπραξης.
Υπαγωγή της υπό κρίση περίπτωσης στις παραπάνω διατάξεις
Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ, ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρία απέκτησε νομική προσωπικότητα από τη δημοσίευση του καταστατικού του στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης που έλαβε χώρα στις 2 Αυγούστου του 2000. Από τους όρους του καταστατικού του, προκύπτουν επαρκή στοιχεία για το χαρακτηρισμό της δράσης του ως μη κερδοσκοπικής. Άλλωστε ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ουδέποτε παρέκλινε από το σκοπό του, όπως προκύπτει και από τη φύση των εσόδων και εξόδων που έχουν καταχωριστεί στα βιβλία που τηρεί, αλλά και από τη φύση των εσόδων και εξόδων που, όπως προέκυψε από το φορολογικό έλεγχο, δεν καταχωρίστηκαν στα βιβλία αυτά ή δεν συμπεριελήφθησαν στις συγκεντρωτικές καταστάσεις.
Τα έσοδα που δεν καταχωρίστηκαν στο βιβλίο εσόδων – εξόδων και δεν περιελήφθησαν στις συγκεντρωτικές καταστάσεις ήταν έσοδα προερχόμενα συνδρομές, τακτικές και έκτακτες εισφορές των μελών του, καθώς και από δωρεές προερχόμενες από τους φίλους και υποστηρικτές της δράσης του. Ήταν δηλαδή οικονομικές ενισχύσεις προβλεπόμενες από το καταστατικό της εταιρίας, οι οποίες αποτελούσαν τους αναγκαίους πόρους για την επιδίωξη και ευόδωση των σκοπών του ΟΔΥΣΣΕΑ. Αυτές οι οικονομικές ενισχύσεις είναι εισροές κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, δεν εμπίπτουν στην έννοια των ακαθάριστων εσόδων και συνεπώς δεν αποτελούν φορολογητέο εισόδημα. Επομένως, ως προς τις εισροές αυτές δεν υπήρχε υποχρέωση καταχώρισής τους στο βιβλίο εσόδων-εξόδων της εταιρίας.
Ο αμιγώς μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας του ΟΔΥΣΣΕΑ καθώς και η πλήρως εθελοντική δράση του αλλά και το μεγάλο εύρος αυτής χρονικά, αριθμητικά και ποιοτικά αποδεικνύονται περίτρανα από πάμπολλες υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων, από τα συνεχή δημοσιεύματα στον τοπικό, αθηναϊκό αλλά και διεθνή τύπο και από το ότι η πορεία του ΟΔΥΣΣΕΑ και οι επιδράσεις της στην τοπική κοινωνία, στις κοινότητες μεταναστών αλλά και ευρύτερα στην εκπαιδευτική κοινότητα αποτέλεσαν αντικείμενο εργασιών προπτυχιακού και μεταπτυχιακού επιπέδου και έγκυρων επιστημονικών συγγραμμάτων, τα οποία διδάσκονται ως ύλη στο Παιδαγωγικό Τμήμα του ΑΠΘ. Κατάλογος των ως άνω εγγράφων παρατίθεται στο τέλος της παρούσας και αντίγραφα τους προσκομίζονται συνημμένα αποτελώντας αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας.
Δυστυχώς τίποτα από τα ως άνω δεν λήφθηκε ουσιαστικά υπ όψιν από την ελέγκτρια αρχή, η οποία επέβαλε τα εξοντωτικά πρόστιμα, όπως αυτά καταγράφηκαν στο προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, θεωρώντας δεδομένο τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα της εταιρίας και αντιμετωπίζοντας την ουσιαστικά ως κοινή εμπορική εταιρία με καθαρή κερδοσκοπική δραστηριότητα. Σημειωτέον ότι κατά την κλήση σε ακρόαση των νομίμων εκπροσώπων της εταιρίας δεν ζητήθηκε ποτέ κανένα στοιχείο αποδεικτικό του είδους και του χαρακτήρα της δράσης της, ούτε καν διενεργήθηκε η συνήθως προβλεπόμενη αυτοψία στο χώρο που αυτή δραστηριοποιείται ώστε να δημιουργηθεί ιδία αντίληψη της ελέγκτριας αρχής περί της φύσης της εταιρίας και του χαρακτήρα της δραστηριότητας της.
Αποτέλεσμα να επιβληθούν, όπως εμφαίνεται από το προσβαλλόμενο φύλλο ελέγχου, εξοντωτικά πρόστιμα, δυσθεώρητου ύψους, η επιβολή των οποίων δεν συνάδει, όπως προαναφέρθηκε, με τον τύπο αλλά και την ουσία της δραστηριότητας της εταιρίας και έτσι να καθίσταται σχεδόν αδύνατη η συνέχιση λειτουργίας του ΟΔΥΣΣΕΑ και να ακυρώνεται η συνέχιση της απαραίτητης και ανιδιοτελούς προσφοράς του στους μετανάστες συμπολίτες μας αλλά και να αμαυρώνεται και να δυσφημείται η μέχρι σήμερα δράση και πορεία του.
Διότι και σε κάθε περίπτωση καθίσταται προφανές στον οποιοδήποτε αντικειμενικό και σώφρονα παρατηρητή ότι οι όποιες πλημμέλειες κατά την τήρηση των βιβλίων και στοιχείων Κ.Β.Σ. από τον ΟΔΥΣΣΕΑ δεν έγιναν με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης και κατ’ επέκταση, τη φοροδιαφυγή. Έγιναν προφανώς από άγνοια της φορολογικής νομοθεσίας ή από κακή συνεννόηση μεταξύ των μελών ως προς τη συγκέντρωση των παραστατικών, ούτως ώστε να καταχωριστούν στη συνέχεια στα βιβλία από το λογιστή της εταιρίας. Άλλωστε από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο φορολογικός έλεγχος προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι κανείς, ούτε μέλος ούτε φίλος της εταιρίας επωφελήθηκε ποτέ από οικονομική άποψη από τη λειτουργία και τις δραστηριότητες του ΟΔΥΣΣΕΑ και τα υποτιθέμενα έσοδα του ή ήταν αμελητέα ή ελλειμματικά.
Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας
Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι με την έκδοση των προσβαλλομένων φύλλων ελέγχου δεν έγινε σεβαστή η συνταγματικώς ορισμένη αρχή της αναλογικότητας.
Η αναλογικότητα, ως γενική αρχή του δικαίου, διέπει την όλη δημόσια δράση και δεσμεύει το νομοθέτη, το δικαστή και τη διοίκηση. Ο νόμος, η διοικητική πράξη, η δικαστική απόφαση, όλα τα μέσα άσκησης της κρατικής εξουσίας, πρέπει σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας να πληρούν τα ακόλουθα τρία κριτήρια:
α) να είναι κατάλληλα, ήτοι πρόσφορα για την πραγμάτωση του σκοπού που επιδίωξε ο νομοθέτης με τη θέσπιση της επίμαχης διάταξης,
β) να είναι τα απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να προκαλούν τον ελάχιστο δυνατό περιορισμό των δικαιωμάτων του θιγόμενου ιδιώτη και τέλος,
γ) να μην υπερακοντίζουν το σκοπό που επιδιώκεται με αυτά, άλλως, «η εξ αυτών αναμενόμενη ωφέλεια να μην υπολείπεται της επερχόμενης εξ αυτών βλάβης» (πρόκειται για τη λεγόμενη strictο sensu αναλογικότητα, για την οποία βλ. και ΑΠ 43-45/2005, Ολ, ΕλλΔνη 2005, 1649).
Όπως παγίως δέχονται το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα διοικητικά δικαστήρια, ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για συγκεκριμένη παράβαση, αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όταν, από το είδος ή τη φύση του, είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκει ο νομοθέτης ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον σκοπό αυτό (ενδεικτικά, Ολ ΣτΕ 900/2004).
Επιπλέον, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, τα μέτρα που επιλέγονται για την επίτευξη των σκοπών μιας ρύθμισης πρέπει να είναι πρόσφορα και αναγκαία, κάθε φορά δε που υφίσταται δυνατότητα επιλογής μεταξύ περισσότερων καταλλήλων μέτρων, πρέπει να επιλέγεται το λιγότερο επαχθές, ενώ οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου δεν πρέπει να είναι δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, στην υπόθεση Λουλουδάκης κατά Ελλάδας (C-262/1999, απόφαση της 12 Ιουλίου 2001), το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δέχτηκε ότι «είναι αρμοδιότητα του εθνικού δικαστή να εκτιμήσει αν, λαμβανομένων υπόψη των επιταγών της καταστολής και της πρόληψης, καθώς και του ποσού των επίδικων φόρων και του επιπέδου των πραγματικά επιβληθεισών κυρώσεων, αυτές δεν είναι τόσο δυσανάλογες σε σχέση με τη σοβαρότητα της παράβασης που να δημιουργούν εμπόδια στην άσκηση των ελευθεριών που παρέχει η συνθήκη».
Με την επιβολή εξοντωτικών προστίμων που επιβάλλονται αδιακρίτως, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψη η ιδιαιτερότητα κάθε περίπτωσης και η βαρύτητα κάθε παραβατικής συμπεριφοράς, καταφανώς παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν τα πρόστιμα αυτά που επιβάλλονται από διοικητικό όργανο χωρίς τις εγγυήσεις της δικαστικής κρίσης, είναι τόσο δυσβάσταχτα ώστε να υπερακοντίζουν σε βαρύτητα ακόμα και τις κυρώσεις που θα συνεπαγόταν μια ενδεχόμενη ποινική καταδίκη, έτσι ώστε να ανακύπτει πλέον ευθέως θέμα ελλείμματος νομικής προστασίας - δικαστικής συνδρομής εκείνων που υφίστανται τον υπέρμετρο διοικητικό κολασμό.
Όσον αφορά την επιβολή προστίμων του Κ.Β.Σ., ο νομοθέτης θέσπισε πρόστιμα για παραβάσεις του Κ.Β.Σ., διότι μέσω της τήρησης των προβλεπόμενων από τον Κ.Β.Σ. στοιχείων και βιβλίων καθίσταται δυνατός ο φορολογικός έλεγχος, συλλαμβάνεται η φορολογητέα ύλη και προλαμβάνεται η φοροδιαφυγή. Όμως, ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ούτε εμπορική δραστηριότητα ασκεί, ούτε κέρδη αποκτά, για να επιδιώξει να αποκρύψει φορολογητέα ύλη και με τον τρόπο αυτό να φοροδιαφύγει. Ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας της δράσης του ΟΔΥΣΣΕΑ δεν προκύπτει μόνο από το καταστατικό του αλλά και από το σύνολο της δραστηριότητας που έχει μέχρι σήμερα αναπτύξει, μιας δραστηριότητας που αποτυπώνεται ευκρινώς και σε όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα στα οποία αναφερόμαστε και επικαλούμαστε παραστατικά και λοιπά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο φορολογικός έλεγχος. Υπ’ αυτά τα δεδομένα, η επιβολή στον ΟΔΥΣΣΕΑ των υπέρογκων προστίμων που θα επιβάλλονταν για τις ίδιες παραβάσεις σε μία εμπορική επιχείρηση, συνιστά κατάφωρη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η επιβολή των προστίμων αυτών με κανένα τρόπο δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς που επιδίωξε ο νομοθέτης με τη θέσπιση των προστίμων, δε συντείνει δηλαδή ούτε κατ’ ελάχιστο στην αποτροπή και πάταξη της φοροδιαφυγής.
Σύμφωνα με όλα όσα προαναφέρθηκαν, δια της παρούσης αιτήσεως ακυρότητας,
ΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ
Να αναγνωριστεί ότι στην υπό κρίση περίπτωση δε στοιχειοθετούνται οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ., του ΦΠΑ και της ΦΕ και άρα υπήρξε πλήρης έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης.
Να ακυρωθούν ολοσχερώς τα προσβαλλόμενα φύλλα ελέγχου λόγω έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης.
Για την αιτούσα αστική μη κερδοσκοπική εταιρία
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. και νόμιμος εκπρόσωπος
Συνημμένα
-Αναλυτική παρουσίαση δράσεων ΟΔΥΣΣΕΑ και αναδρομή έργου του από την ουσιαστική σύσταση του εως και το έτος 2010
-Ιδιωτικό συμφωνητικό παραχώρησης χρήσης ορόφου
- Διπλωματικές μεταπτυχιακές εργασίες, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ
1. Η σημασία των άτυπων μορφών διδασκαλίας για μετανάστες Η Περίπτωση του ΟΔΥΣΣΕΑ, Αλέκα Κρασοπούλου, Θεσσαλονίκη 2005
2. Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στο σχολείο μεταναστών ΟΔΥΣΣΕΑΣ με βάση την παιδαγωγική προσέγγιση του Ira Shor, Γλυκερία Φίστα, Θεσσαλονίκη 2008
3.Στοιχεία ενός νέου αναλυτικού προγράμματος για την περίπτωση του ΟΔΥΣΣΕΑ, Ντάκο Μιμόζα, Τσούμας Δημήτρης, Θεσσαλονίκη 2009
- Γρόλλιος, Καρανταίδου, Κορομπόκης, Κοτίνης, Λιάμπας, Γραμματισμός και Συνειδητοποίηση, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003
- Γαζάκης, Φίστα ,«Διδάσκοντας στον ΟΔΥΣΣΕΑ» στο συλλογικό έργο Συμβιώνοντας με τη μετανάστευση, Ιανός
-Φίστα, «Διδασκαλία Ελληνικής γλώσσας σε μετανάστες μαθητές», Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου Σταυροδρόμι Γλωσσών και Πολιτισμών Μαθαίνοντας εκτός σχολείου
-Λιάμπας, «Η Συνεργασία του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ με το σχολείο ΟΔΥΣΣΕΑΣ». Πανεπιστημιούπολη, Νοέμβριος 2009
- Φίστα, «Πρόταση διδασκαλίας ελληνικής γλώσσας σε ενήλικες μετανάστες», Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης, Καλοκαίρι 2009
-Προγράμματα Θεατρικής Ομάδας Μεταναστών ΟΔΥΣΣΕΑ
- Ενδεικτικά άρθρα και ρεπορτάζ
¨Το τέλος της Βαβέλ», Επιλογές, 2000
«Η πράξη όρθια σαν αλεξικέραυνο», Φιλολογική Βραδυνή, 2004
«Οδυσσέας Σχολείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης», Αγγελιοφόρος ,2005
Γιάννας Τιτόκη, «Οδυσσέας Σχολείο αποδοχής και αλληλεγγύης»
«Οδυσσέας Το πρώτο σχολείο για μετανάστες», Άλλη Θεσσαλονίκη, 2010
«Οδυσσέας Ένα ζωντανό, πολυεθνικό σχολείο», Εποχή
«Ο Οδυσσέας συνεχίζει το ταξίδι του», Δρόμος της Αριστεράς, 2012
«Ο Οδυσσέας συνεχίζει το ταξίδι του», Τύπος Θεσσαλονίκης, 2013
«Στο πλοίο του ΟΔΥΣΣΕΑ», Παράλλαξη, 2014
-Υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευτικών
-Υπεύθυνες δηλώσεις εκπαιδευομένων